
-----------------
Ράισαν τα σύννεφα, έγραψες και στα περάσματα νεφέλες αγγέλων, με καληνύχτες από θλίψη.. αφέσου στον άνεμο, η κραυγή του θα τα σβήσει, γδύσου στον άνεμο,εκείνος θ ανάψει τη σπίθα της ζωής.... η νύχτα πέρασε.....
----------------------
...πώς
μ έντυσε απόψε το χιόνι, με στόλισε με δαντέλες... σ ένα διάβα από 21 βήματα, ακριβώς...τα μετρούσα, ως έτρεχα... φλόγα εγώ κεριού κι
εκείνο πεταλούδες αέρινες.... από μιά πατρίδα αληθινή, άτολμη κι αγαπημένη....
-----------------------
Η αληθινή μου ημέρα σταυρώθηκε εκεί στην Αχαρνών, απόβραδο, σ
ένα απλωμένο παιδικό χέρι...
--------------------------
Εσύ σιωπή, μοίρα των αδυνάτων, ένωσε τα θραύσματα του
ψηφιδωτού και λάμψε, ως μοίρα των δυνατών....
-------------------------
Στο ράισμα της πέτρας, στο μίσχο του κυκλάμινου, στο σπασμό
της βροχής που σε τυλίγει, βράχε μου, είμαι ανεμίζοντας ένα χάδι από βλέμμα αιώνιο...
Σκιά της σκιάς μου, στάσου μακρυά απο τα χελιδόνια της άνοιξής μας.. .στο ρέμα
της Χελιδονούς ξεδιψάνε, φωλιάζοντας
γαλήνια τις Κυριακές στης μαυροφορεμένης Παναγιάς το μαφόρι...
------------------------------
Συννεφιασμένε Οκτώβρη, λύσε τα δάκρυά σου, ν ανθίσουν τ
Αγιοδημήτρια, σα ξεχασμένα άστρα στη γλάστρα, του κόσμου τούτου......
-----------------------------
Λάμπουσα η συγνώμη πνίγεται στα ρείθρα της πόλης, αδικημένη
από τους άρχοντες των ημερών....
------------------
Ανεμίζοντας άρωμά του, μάκρυναν τα μαλλιά της...μουσικές τρέχαν
και μιά σταγόνα ήλιου από
μεσημέρι καλοκαιριού,στο στήθος
της....
--------------------------

------------
Πόσο όμορφες ήταν οι βελανιδιές, στολισμένες με τα υφαντά της
αράχνης... ύστερα έμαθα πως ήταν πρωταγωνίστριες σ έναν αργό θάνατο....
------------
Κρατώντας φως από τα πέτρινα πρόσωπα των ημερών μας, ανάβει το
ξεχασμένο καντήλι στο ξωκλήσι, ως δέηση εσπερινών ψυχών....
------------
Στα χέρια της νοσταλγίας αγιάζει κι η μεγαλύτερη πληγή....
------------
Στάζοντας θάλασσα ξορκίζει η αγρύπνια τον μεγάλο ύπνο... αναβρύζοντας
βασιλικό η φλόγα σβήνει τις στάχτες... διαβαίνοντας
το μονοπάτι ο καθένας μας με το Σταυρό του....
------------
Κράτα τη πούλια ουρανέ, μη τη γυρέψω, απόψε," σε αγαπώ
",με τα εφτά της άστρα να γράψω... απόψε, τη νύχτα των αστεριών...
------------
Τη νύχτα των αστεριών ο θάνατος κι ο Άγγελος παλεύαν
στ αλώνι της ζωής για μιά ευχή, του κόσμου τούτου μοιρολόι ή
τραγούδι.....
------------
Σ ένα τοπίο από στάχτες η σπίθα ερωτεύεται τον άνεμο, γιά να γίνει φλόγα...
------------
Πετώντας μακρυά τον μανδύα του ο Άμλετ οπλίζεται με πανοπλία από Φώς
Ιστορίας... ηγέτης των αδυνάτων,
μπροστάρης του σήμερα, αρνούμενος το δίλημμα.....
------------
Σε ξανάβρε πλάι σε
διάφανα νερά, να στεγνώνεις τα φτερά σου... το ραισμένο κάτοπτρο της λίμνης
χώραγε φεγγάρι και ήλιο μονάχα, ο Άδωνις καθρεφτιζόταν στα μάτια της....
--------------
Γράφοντας τ ανείπωτα στη παλάμη του τυλίχτηκε στο πανωφόρι της σιωπής....
--------------
Κρατώντας το λυχνάρι των εσπερινών, προσευχήθηκε στην Αγάπη.....
---------------
Γράφει, γράφει... δίχως να γνωρίζει πως ταχυδρόμος πια ο άνεμος, ο άνεμος που τινάζει σα στάχτες μακριά τα παραμύθια... ο άνεμος μιας γης που σπαράζει....
Δοσμένη σ ένα κόσμο
από χιόνι τόσο μακρινό...
τόσο κοντινό...
----------------
Στη γαλήνη των συρταριών, διάβαζε παλιές φωτογραφίες του... τη ροή του χρόνου αφαιρούσε...
αλλά πήγε βαθύτερα, στην αιωνιότητα....
------------------
------------------
Σα σμίξουν τα ποτάμια, ποιός θα σκεφθεί τη θάλασσα?... ας κοιμάται γαλήνια....
---------------
Μη λογίζεσαι Αγάπη τα σημάδια.. .στη στροφή σε προσμένουν κι
άλλες μαχαιριές... κι ένας βαθύς γκρεμός με κυκλάμινα....
---------------
Κι ύστερα με μια ανάσα
σχίζοντας τα δίχτυα αγγίξαμε του Αχώρητου
την ευσπλαχνία....
© Μαρία Καρδαρά